Τι αποκαλύπτει η έρευνα λυμάτων του ΕΚΠΑ
Τρόμος στην κοινωνία από την έκρηξη κρουσμάτων. Τα πράγματα είναι χειρότερα από ό,τι φαίνονται: Από τις μετρήσεις του ιικού φορτίου στα αστικά λύματα του λεκανοπεδίου Αττικής δείχνουν ότι τα κρούσματα υπολογίζονται καθημερινά από 33.000 έως 70.000.
Ανήμερα την εθνική μας εορτή υπολογίστηκε ότι είχαμε στην Αθήνα συνολικά 33.730 ενεργά κρούσματα της COVID-19. Δεν ήταν η δυσκολότερη μέρα. Τα χειρότερα είχαν προηγηθεί, σχεδόν μια εβδομάδα νωρίτερα, την Τρίτη 20 Οκτωβρίου, με περισσότερα από 70.000 κρούσματα, το ρεκόρ του λεκανοπεδίου από την έναρξη της πανδημίας. Η επόμενη ημέρα έκλεισε με 52.366 κρούσματα.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ (“Καθημερινή”, Τασούλα ΚαραΙσκάκη), οι αριθμοί, καθηλωτικοί, άκρως ανησυχητικοί, προκύπτουν από τις μετρήσεις του ιικού φορτίου στα αστικά λύματα του λεκανοπεδίου, τις οποίες διενεργεί η ομάδα του Νίκου Θωμαΐδη, καθηγητή Αναλυτικής Χημείας στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Οι αναλύσεις που πραγματοποιούν οι επιστήμονες στη μονάδα βιολογικού καθαρισμού της Ψυττάλειας ενδεικτικά από τον Μάρτιο, πιο συστηματικά από τον Ιούλιο και καθημερινά από την 1η Σεπτεμβρίου, αποτυπώνουν την έκταση της διασποράς του SARS-CoV-2 στα 4,2 εκατ. κατοίκων της πρωτεύουσας.
Οι υπολογισμοί γίνονται με τις πλέον προηγμένες μεθόδους της επιδημιολογίας λυμάτων, ένα πρωτοποριακό εργαλείο που δίνει εντυπωσιακά αποτελέσματα, άκρως απαραίτητα για την έγκαιρη παρακολούθηση της εξάπλωσης της COVID-19, καθώς το ιικό φορτίο που εμφανίζεται στα λύματα μια συγκεκριμένη στιγμή «προειδοποιεί» για την εμφάνιση ανάλογων κρουσμάτων 4-5 ημέρες αργότερα.
Τα αποτελέσματα παραδίδονται καθημερινά από τον κ. Θωμαΐδη στην επιτροπή λοιμωξιολόγων, και συνυπολογίζονται με μια σειρά άλλων επιδημιολογικών δεδομένων για την πιστότερη αποτύπωση της εξέλιξης της νόσου στην κοινότητα και τη χάραξη πολιτικής.
Μεταξύ 16 και 20 Σεπτεμβρίου η πρώτη εκτίναξη των κρουσμάτων
«Η πρώτη εκτίναξη του αριθμού των κρουσμάτων σημειώθηκε μεταξύ 16 και 20 Σεπτεμβρίου, όταν καταγράφηκαν 62.300 και 57.700 κρούσματα αντιστοίχως. Στην πρώτη περίπτωση το εύρος της εκτίμησης ήταν από 53.000 έως 71.000 κρούσματα και στη δεύτερη από 49.000 έως 65.000. Στη συνέχεια ελήφθησαν μέτρα και οι τιμές υποχώρησαν για να σταθεροποιηθούν λίγο πάνω από τις 10.000 στο δεύτερο δεκαήμερο του Οκτωβρίου και να ξαναπάρουν απότομα την ανηφόρα στις 20 του μηνός, ξεπερνώντας τις 70.000, τιμή που μεταφράζεται σε επιπολασμό της νόσου περίπου 2%.
Τις τελευταίες μέρες τα ενεργά κρούσματα υπολογίζονται στις 33.000 με 40.000, με επιπολασμό 0,8% έως 1%. Διαπιστώνεται μια σταθεροποίηση, ίσως λόγω της εντατικοποίησης των μέτρων».
Εκείνο που παρατηρεί κανείς είναι ότι ο επιπολασμός, δηλαδή η συχνότητα εμφάνισης της νόσου στον πληθυσμό, όπως αυτός προκύπτει από τα τεστ του ΕΟΔΥ, εμφανίζει ελαφρώς υψηλότερες τιμές από εκείνες που δίνουν οι αναλύσεις στα λύματα.
Η διαφορά αυτή οφείλεται κατά τον πανεπιστημιακό καθηγητή, στο γεγονός ότι «τα δειγματοληπτικά τεστ του ΕΟΔΥ πραγματοποιούνται στοχευμένα, μεταξύ ύποπτων κρουσμάτων. Αντίθετα οι αναλύσεις στα λύματα γίνονται “χωρίς προκατάληψη” σε δείγματα από το σύνολο του πληθυσμού του λεκανοπεδίου.
Η αλήθεια ίσως βρίσκεται κάπου στη μέση. Πάντως, εκείνο που ενδιαφέρει την επιτροπή δεν είναι οι απόλυτες τιμές, αλλά η αποτύπωση της τάσης. Αξιολογεί μια πληθώρα δεδομένων, εξετάζει τα αποτελέσματα των τεστ του ΕΟΔΥ και των αναλύσεων στα λύματα, προσμετρά την πίεση στο σύστημα υγείας, τις εισαγωγές στα νοσοκομεία και στις ΜΕΘ, τους θανάτους και προτείνει μέτρα συνυπολογίζοντας το σύνολο των δεικτών»
Πηγή :healthmag.gr